Μάρκελλος Πιράρ
«Λόγος Ουροβόρος – Σατιρικά Γυμνάσματα»
Μάρκελλος Πιράρ (Marcel Pirard)], Βέλγος, βυθισμένος παιδιόθεν στους ήχους της ρωσικής γλώσσας και ψαλμωδίας, και ένα εξαίσιο μπρούτζινο τρίπτυχο με την Παναγία, τον Ιησού και τον Ιωάννη τον Πρόδρομο, κειμήλιο οικογενειακό από τη Ρωσία, να απομένει δώρο ενθύμησης και μαζί του οι διαδρομές των ανθρώπινων καταγωγών και η τυχαιότητα των συναντήσεων. Εν αναμονή του βιογραφικού του για αρκετούς μήνες, το οποίο είναι ακόμη καθ’ οδόν, ανακαλούσα όλο αυτό το χρονικό διάστημα τις εικόνες, τη φωνή, τις συνήθειες και την αίσθηση που ο Marcel Pirard άφηνε στο πέρασμά του. Ερχόταν και έφευγε ως ταξιδευτής του εφικτού και του ανέφικτου. Σύντομη ή πολύμηνη η στάση του, φάνταζε σαν ένα είδος προετοιμασίας πριν από την επόμενη αναχώρηση ή σταθμός καταλλαγής της εμπειρίας πριν από την επιστροφή.
Έξοχος γνώστης της ελληνικής γλώσσας, της ρωσικής αλλά και των εξαιρετικά εύρυθμων και απαιτητικών αραβικών και συριακών, με μια μοναδική ικανότητα, μαζί με την εκμάθηση των γλωσσών, να διαφυλάσσει την ηχητική απόδοσή τους ανέπαφη από χασμωδίες, χωρίς ίχνος ανοίκειας προφοράς. Πηγαίνοντας εκ γενετής εναντίον του ρεύματος, πέρασε έξι χρόνια στη Συρία και δη στη Δαμασκό. Μια σημαντικότατη περίοδος της ζωής του που συνέβαλε σε μια ιδιάζουσα πρόσληψη του κόσμου. Οι ευρωπαϊκές γλώσσες, με μητρική τη γαλλική, δεν είναι παρά μια μικρή απόστροφος μπρος στην ικανότητα της πολυγλωσσίας του, που εκπορεύεται από μια βαθιά φωνή, καλλίφωνη, με ιδιαίτερη αγάπη προς τις υμνωδίες.
Με την ταχύτητα και την απαίτηση ενός πολύγλωσσου νου, ο Μarcel Pirard αναζητά συνεχώς το ιδιαίτερο βάρος των λέξεων, της κυριολεκτικής μα και αλληγορικής τους ανάγνωσης, την ουσία, κάτω από τους ποικίλους σχηματισμούς των γραμμάτων και των νοημάτων τους. Φιλόλογος ο ίδιος, επιστημονικός συνεργάτης του Centre d’études orientales του Καθολικού Πανεπιστημίου της Louvain και της Louvain-la-Neuve από το 2008, εργάστηκε επί πολλά έτη στην πρεσβεία του Κατάρ και στην Αντιπροσωπεία του Συμβουλίου Συνεργασίας των Αραβικών Κρατών του Κόλπου στις Βρυξέλλες. Ένας επαγγελματικός σταθμός που τον έφερε κοντά σε υπουργούς εξωτερικών, διπλωμάτες, κείμενα και μεταφράσεις, αποσκευές τις οποίες, ως ΄άλλος΄, προσπαθεί να μετουσιώσει διά μέσου της ποίησης, της λογοτεχνίας αλλά και της θεολογίας και του ασκητισμού. Μια πνευματική και εμπειρική ενασχόληση που αφήνει ανοιχτές τις πόρτες της οικουμένης, με τέρψη στην ηχώ των έργων, λόγου και τέχνης, της ανθρωπότητας. Έργο ζωής το «Λόγοι Ασκητικοί» του Αββά Ισαάκ του Σύρου (Ι. Μ. Ιβήρων, 2012), κριτική έκδοση την οποία εκπόνησε ανταποκρινόμενος στην ευχή του Προηγούμενου της Μονής Ιβήρων και λόγιου μοναχού/αρχιμανδρίτη Βασίλειου (Γοντικάκη). Μια δεκαετής κατάδυση, με εναρκτήριο λάκτισμα τον Άθω, σε χειρόγραφα συριακά και ελληνικά, διάσπαρτα στις βιβλιοθήκες του κόσμου, για την κατά το δυνατόν ακέραιη ανάδυση των «Λόγων» του Αββά Ισαάκ. Σταθμός, επίσης, στις πολυσχιδείς ενασχολήσεις και αναζητήσεις του υπήρξε η μετάφραση από τα αραβικά του έργου του Σύρου ποιητή Άδωνη «Άσματα του Μιχιάρ του Δαμασκηνού» (Άγρα, 1996), η οποία συνοδεύεται από εισαγωγή δική του και εκτενή συνέντευξη του ποιητή, τον οποίον πρωτογνώρισε στη Βηρυτό, και η μετάφραση από τα γερμανικά του βιβλίου του πάστορα Εδουάρδου Τουρνέιζεν, «Ντοστογιέφσκυ. Τα ύστατα όρια του ανθρώπου» (Δόμος, 2016). Φιόρντ Ντοστογιέφσκι, μια αναπόφευκτη συνάντηση που θα μπολιάσει τον μεταφραστή για το εργώδες εγχείρημα της έκδοσης των Ασκητικών Λόγων του Αββά Ισαάκ του Σύρου, αφού το έργο του Ντοστογιέφσκι αποπνέει και τη διδασκαλία του.
Οι στοχασμοί του, «Λόγος Ουροβόρος. Σατιρικά Γυμνάσματα», φέρουν ιγμούς των διαδρομών του σε χρόνο ενεστώτα και ταυτοχρόνως μέλλοντα. Χρόνο μέλλοντα, ως ύστατη προσπάθεια υπεράσπισης της αγνότητας, του ιδεώδους και του ήθους, έτσι ώστε ο άνθρωπος να ενδυθεί ή, τουλάχιστον, να φέρει ενδείξεις πρόγευσης της θείας φύσης του. Η οδύνη της επιστροφής στο αρχέτυπο, στον παράδεισο σε χρόνο ενεστώτα, είναι διάσπαρτη στους στοχασμούς του. Μια υπαινικτική οδύνη, με αγωνία για το φθαρτό του κόσμου και του ανθρώπου, που επιζητά, πίσω από την κακότητα, την αγριότητα, τον κούφιο ωφελιμισμό και τον καλλωπισμό της εξωτερικής εικόνας, την οδό προς τη συνειδητότητα, την επιστροφή, με επιμονή και υπομονή, χωρίς βιαιότητα στην έκφραση. Επιστροφή με οπλισμό την άσκηση του πνεύματος και της σάρκας, συνοδευόμενη από εικόνες έμπλεες από τη φύση αλλά και του προσωπικού χώρου, άλλοτε φωτεινού και άλλοτε ασφυκτικού.
Στην αναζήτηση του πολιτικού ήθους, μπολιασμένος από τα μεγάλα διαστήματα της παρουσίας του σε χώρους διπλωματικούς, αποφαίνεται για την κενότητα των ξύλινων λόγων, το καθρέφτισμα του ψέματος στις πρόσκαιρες διαβεβαιώσεις που ταλανίζουν την ανθρωπότητα, την καιροσκοπική ανύψωση και αποκαθήλωση των εμβληματικών μορφών, ήδη πετρωμένων σε μορφή αγαλμάτων, το ατελές της ανθρώπινης δικαιοσύνης και τους μονολόγους, «παράλληλους μηρυκασμούς» των συνάξεων, συμποσίων και διαπραγματεύσεων προς ‘όφελος’ της ανθρωπότητας.
Στην αγωνία της συνάντησης του εαυτού, εκφράζεται περιπαικτικά για τους κοινωνικούς καθωσπρεπισμούς των μνημοσύνων, των κοινωνικών εκδηλώσεων, των θεαμάτων, του εξωραϊσμού του εξωτερικού προσωπείου και του κόστους της «επένδυσης», και επιζητά το τι εντέλει αφήνει ο άνθρωπος στο σύντομο πέρασμά του από τον παρόντα κόσμο, με μια οικείωση καλωσορίσματος του θανάτου και του επέκεινα.
Ο εαυτός, όμως, με τα πολλά του πρόσωπα, στέκεται σαστισμένος μπρος στο αναπάντεχο κέντημα της μέλισσας που με τη γλυκύτητα της γύρης διαποτίζει και ξυπνά το ανθρώπινο σώμα, ως εκδίκηση στην προσπάθεια κατάσβεσης των παθών, μένει άγρυπνος μπρος τη συντροφικότητα να βαστά τις αποσκευές στα όνειρα του άλλου, αλλά και αλλοιωμένος σε καιρούς κατάδυσης και απώλειας του εαυτού, μόνος εκεί, στην προσπάθεια να προσπελάσει το απρόσιτο, τη φθορά, τον ζόφο, το αγρίμι.
Ο άνθρωπος, ως υποψήφιος ‘πρόσφυγας’, μεταβαίνει από την εξάρτηση της γειτνίασης με τον άλλον στην ελευθερία του όντως όντος. Εδώ και η κατακλείδα, όπου, πέραν της σπουδής και των γραμμάτων, η εμπειρία εντέλει, η σκευή του κάθε ανθρώπου, μοναχού ή ποιητή ή κεκοιμημένου, δίνει υπόσταση στην παρουσία του γράφοντος, που επιζητά αγωνιωδώς -αλλά και με εσκεμμένη καθυστέρηση- να εξέλθει από τον πύργο του εαυτού του, αφήνοντας τις κατασκευές του χρόνου, των επιτευγμάτων, της ωρίμανσης, της αναγνώρισης, και να εισέλθει στο παιχνίδι του επίγειου παραδείσου και την ταπείνωση.
Ο «Ουροβόρος Λόγος» του Μάρκελλου Πιράρ, ως άλλος όφις ή δράκος, σύμβολο της αιώνιας ανακύκλησης και ανακαίνισης της ζωής και του σύμπαντος κόσμου, εισάγει τον αναγνώστη σε μυστική πρόγευση σε χρόνο ενεστώτα.
Αγγελική Ζιάκα
Μάρκελλος Πιράρ / «Λόγος Ουροβόρος – Σατιρικά Γυμνάσματα» / εκδ. Τύρφη